σκάζοντες

σκάζοντες
σκάζω
limp
pres part act masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ιππώναξ — (6ος αι. π.Χ.). Λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στην Έφεσο και άκμασε περίπου κατά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. Ξεπεσμένος ευγενής, κουτσός και δύσμορφος, σύμφωνα με την παράδοση, χαρακτηρίστηκε ως ποιητής των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, ανάμεσα στα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”